Επιδιώκει παράλληλα να εξηγήσει ένα φαινομενικό παράδοξο: Πώς γίνεται μετά την πτώση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και την παγκόσμια επικράτηση του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού να πολλαπλασιάζονται διεθνώς οι κριτικές θεωρίες;
Η κυριαρχία του νεοφιλελευθερισμού, μας υπενθυμίζει, δεν είναι ένα μονοσήμαντο και αδιαφιλονίκητο φαινόμενο, ούτε σηματοδοτεί εκείνο το διαβόητο, και ευτυχώς απαξιωμένο πια, «τέλος της ιστορίας». Η έμπρακτη αμφισβήτηση της υπάρχουσας κοινωνικής τάξης από ένα πολύμορφο, διεθνές κίνημα κατά της παγκοσμιοποίησης, ήταν επόμενο να βρει έκφραση στο θεωρητικό πεδίο, με ένα γαλαξία κριτικών στοχαστών. Αναφέρουμε ενδεικτικά από τον πίνακα περιεχομένων του βιβλίου: Τόνι Νέγκρι, Λίο Πάνιτς, Ντέιβιντ Χάρβεϊ, Γιούργκεν Χάμπερμας, Τζόρτζιο Αγκάμπεν, Τζούντιθ Μπάτλερ, Ζακ Ρανσιέρ, Αλέν Μπαντιού, Ντόνα Χάραγουεϊ, Γκαγιάτρι Σπίβακ, Φρέντρικ Τζέιμσον, Έντουαρντ Σαΐντ, Σλαβόι Ζίζεκ, Σίλα Μπενχαμπίμπ, Ασίλ Μπέμπε, Γουάνγκ Χούι, Άλβαρο Γκαρσία Λινέρα…
Θα ήταν βέβαια υπερβολικό να απαιτεί κανείς από τις νέες κριτικές θεωρίες να υποδείξουν, σε συνθήκες παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, ένα ενιαίο συλλογικό υποκείμενο αμφισβήτησης, ανάλογο της πάλαι ποτέ βιομηχανικής εργατικής τάξης, και έναν ενιαίο δρόμο προς τον κοινωνικό μετασχηματισμό. Αν η σημερινή περίοδος ιδωθεί σαν διάστημα ανασύνθεσης, επεξεργασίας και αναμονής, τότε έχει σημασία να διατηρηθεί η πολυπρισματικότητα των αναλύσεων, η πολυμορφία των θεωριών και των υποκειμενικοτήτων, όπως επίσης και η διαλεκτική ιστορική διάσταση (η εμμονή του παλιού μέσα στο νέο, αλλά και η ύπαρξη του νέου μέσα στο παλιό), ώστε η ριζοσπαστική σκέψη και πράξη να έχει ακέραιο το απόθεμα των δυνατοτήτων της και, μαζί, μια ασφαλή πυξίδα για το μέλλον. Το Αριστερό ημισφαίριο ανταποκρίνεται ιδανικά και στις δύο αυτές απαιτήσεις.